Ανάμεσα στα πολλά που θα γραφούν για τον τεράστιο Μίκη, διάλεξα να μοιραστώ δυο σελίδες από την τρίτομη "Ιστορία του Ελληνικού Τραγουδιού" του Κώστα Μυλωνά - από τις πολλές σελίδες που αναφέρονται μέσα σ'αυτή στον μεγάλο Έλληνα/παγκόσμιο Μουσικό.
Μίκης Θεοδωράκης
Μια απλή καταγραφή και μόνο της μουσικής δραστηριότητας και της πολιτιστικής παρουσίας του Μίκη Θεοδωράκη, εδώ και στο εξωτερικό, κατά το διάστημα της δεκαετίας του ’70, θα απαιτούσε ίσως έναν ολόκληρο τόμο. Πόσο μάλλον μια πιο εμπεριστατωμένη και αναλυτική έκθεσή της.
Αυτό, βέβαια, μέσα στα όρια της ιστορικής οικονομίας, ούτε μπορεί αλλά ούτε και χρειάζεται να γίνει, αφού το αντικείμενο αυτής της μελέτης είναι το τραγούδι.
Έτσι, το ενδιαφέρον στρέφεται στο έργο και κυρίως στις συλλογές τραγουδιών του συνθέτη, ανεξάρτητα αν μερικές φορές δεν παραλείπονται ορισμένα στοιχεία ή γεγονότα απ’ αυτήν τη δραστηριότητα, που υποβοηθούν σε μια πληρέστερη αξιολόγηση και αποτίμηση αυτού του ίδιου του έργου του.
Είναι γενική η πεποίθηση ότι τα ωραιότερα τραγούδια του Θεοδωράκη γράφτηκαν στη δεκαετία του ’60 και πιο συγκεκριμένα στο χρονικό διάστημα 1958-1967. Αυτή η πεποίθηση στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό απ’ τη μια πλευρά στο γεγονός ότι τα τραγούδια αυτά πέρασαν στο στόμα του λαού και αγαπήθηκαν πάρα πολύ και απ’ την άλλη στην ίδια την αξία τους. Στα πρώτα χρόνια της δικτατορίας, από το 1967 ως το 1970, τα πράγματα αλλάζουν. Οι γνωστές σε όλους συνθήκες φυλάκισης στην αρχή και απομόνωσης λίγο αργότερα του συνθέτη, τον οδηγούν σε μουσικούς δρόμους κλειστούς και δύσβατους για τις μεγάλες μάζες. Η φρίκη της προσωπικής του εμπειρίας τον έχει περιτριγυρίσει και τον έχει επηρεάσει βαθύτατα και ως άνθρωπο και ως συνθέτη.
Η διάθεσή του γίνεται ολοένα περισσότερο εσωτερική και όλα τα έργα του εκείνης της περιόδου, με εξαίρεση ορισμένα τραγούδια του, είναι αποτέλεσμα μιας ψυχικής ασφυξίας που τα ξεσπάσματά της έχουν αντίκτυπο στην ποιότητα της μουσικής του. Μιας μουσικής παρορμητικής η οποία θαρρείς δε νοιάζεται τόσο για τον εαυτό της, όσο για την προβολή των κειμένων, που η επιλογή τους καθορίζεται από την αδήριτη ανάγκη του συνθέτη να αντισταθεί.
Ο Θεοδωράκης τον καιρό εκείνο, αποκομμένος από τις άλλες του δραστηριότητες, είχε μοναδική διέξοδο το γράψιμο. Στη φυλακή, στο Βραχάτι, στη Ζάτουνα, στον Ωρωπό, έγραφε ασταμάτητα δουλεύοντας πάνω σε ποιητικά κείμενα παλαιότερων και νεότερων ποιητών καθώς επίσης και σε δικά του. Ο πληθωρικός και χαλκέντερος αυτός καλλιτέχνης, έχοντας χάσει την επαφή του με το μεγάλο κοινό, που πάντα τον έτρεφε και ήταν η κινητήρια δύναμη της έμπνευσης σε κάθε του καλλιτεχνική κατάθεση, ήταν υποχρεωμένος τώρα να παράγει έργο μέσα στη μοναξιά και το πολιτικό σκοτάδι. Αυτό, βέβαια, είχε αρνητικές επιπτώσεις στο μεγαλύτερο μέρος του συνόλου της παραγωγής του, η οποία συμπεριλάβαινε εκτός από τα μεγάλα και σύνθετα μουσικά έργα πάνω σε ποιητικά κείμενα και ένα αρκετά σημαντικό αριθμό τραγουδιών. Τραγουδιών, που, βέβαια, τα περισσότερα απ’ αυτά δεν είχαν τη φρεσκάδα και τη μελωδική δύναμη εκείνων που είχε γράψει πριν μερικά χρόνια. Ωστόσο, όμως, ακόμα και σ’ αυτή την όχι και τόσο καλή περίοδο της δημιουργικής του πορείας, μπορεί κανείς να ξεχωρίσει ορισμένα όντως αριστουργηματικά τραγούδια εξαιρετικής μουσικής ποιότητας και ομορφιάς.
Το ξεκίνημα της δεκαετίας του ’70 βρίσκει το Μίκη Θεοδωράκη στο Παρίσι. Την εποχή εκείνη ο συνθέτης του Άξιον εστί, είναι ήδη μια μεγάλη προσωπικότητα με διεθνή απήχηση και ακτινοβολία. Στα χρόνια που θ’ ακολουθήσουν μέχρι τη μεταπολίτευση, η δραστηριότητά του ξεπερνάει κάθε άλλο προηγούμενο. Ηχογραφεί τα έργα του που γράφτηκαν από το 1967 ως το 1970, γράφει άλλα, δίνει συναυλίες σε περισσότερες από δεκαπέντε χώρες διευθύνοντας την ορχήστρα του μπροστά σε χιλιάδες ενθουσιασμένους οπαδούς της μουσικής του, συναντιέται με προσωπικότητες για να συζητήσει τα πολιτικά προβλήματα της Ελλάδας, παραχωρεί δεκάδες συνεντεύξεις και γράφει άρθρα και βιβλία.
Με την ακαταπόνητη και συνεχή αυτή δραστηριότητα και παρουσία, μουσική και πολιτική, με τους αγώνες του κατά του δικτατορικού καθεστώτος της πατρίδας του, γίνεται διεθνές σύμβολο αντίστασης.
Αμέσως μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα, μετά τη μεταπολίτευση, κάνει περιοδείες σ’ όλη την ύπαιθρο και δίνει συναυλίες με τα γνωστά έργα του, όπως επίσης και με τα καινούρια αλλά σχεδόν άγνωστα, που είχε γράψει κατά την περίοδο της επταετίας. Τις πρώτες αυτές περιοδείες του στην ελληνική επαρχία, καθώς επίσης και κείνες που έκανε αργότερα στην περιοχή της πρωτεύουσας, ο λαός - αλλά και ο ίδιος - τις αντιμετώπιζε σαν πολιτικές εκδηλώσεις. Δεκάδες χιλιάδες κόσμου γέμιζαν ασφυκτικά τα στάδια, διαδηλώνοντας με τη συνοδεία της μουσικής του την πίστη τους στη δημοκρατία και νιώθοντας ταυτόχρονα ότι ζουν ιστορικές στιγμές.
Οι συναυλίες αυτές θύμιζαν λαϊκά συλλαλητήρια όπου τον πρώτο λόγο δεν είχε ίσως η μουσική, αλλά το πάθος και οι εκδηλώσεις του συγκεντρωμένου πλήθους, που του δινόταν έτσι η ευκαιρία μιας εκτόνωσης από τη φόρτιση την οποία του είχε προκαλέσει εφτά ολόκληρα χρόνια η δικτατορία. Ωστόσο, όμως, η αφετηρία αυτών των εκδηλώσεων και του πάθους που τις χαρακτήριζε ήταν η μουσική του Θεοδωράκη, η οποία είχε όλα εκείνα τα στοιχεία που θα μπορούσαν εύκολα να τις προκαλέσουν. Μια μουσική που είχε συνδεθεί, άλλωστε, παλαιότερα μ’ όλες τις μαζικές εκείνες κινητοποιήσεις που είχαν καθαρά πολιτικό χαρακτήρα και που έδωσαν την ευκαιρία στο Θεοδωράκη να τις αξιοποιήσει κατάλληλα αποκτώντας έτσι τεράστια δημοτικότητα και δύναμη. Η δημοτικότητα και η δύναμη αυτή οφείλονταν επίσης, εκτός των άλλων, και στις εκπληκτικές, σχεδόν μαγικές, ικανότητές του να μαγνητίζει τα πλήθη με την πληθωρική παρουσία του πάνω στο πάλκο. Για ένα χρόνο τουλάχιστον μετά την πτώση της δικτατορίας, ο Θεοδωράκης ήταν ένας από τους πιο δημοφιλείς Έλληνες της σύγχρονης εποχής.
Η αναφορά στις ιστορικές αυτές στιγμές από τις συναυλίες του Μίκη Θεοδωράκη δεν υπαγορεύεται μόνο για λόγους πιστοποίησης της μεγάλης δημοτικότητας του συνθέτη εκείνη την εποχή, αλλά και για λόγους που έχουν σχέση με μια ομαδική ψυχολογία η οποία βασίστηκε περισσότερο σε πολιτικά παρά σε μουσικά κριτήρια. Γιατί όταν αργότερα κόπασε σιγά σιγά η πολιτική φόρτιση και η νεογέννητη δημοκρατία πήρε τα κατοπινά χρόνια το δρόμο της, η δημοτικότητα του συνθέτη άρχισε να χάνει έδαφος.
Η μουσική του, κυρίως αυτή που είχε γράψει την περίοδο της δικτατορίας, δεν είχε πια την ίδια λειτουργικότητα και δύναμη στο πλατύ κοινό - τη λειτουργικότητα και τη δύναμη εκείνη που την καθόριζε πρωτύτερα η ανάγκη μιας συγκεκριμένης πολιτικής έκφρασης και ιδεολογίας.
Όμως αυτή δεν ήταν η μοναδική αιτία της σταδιακής πτώσης της δημοτικότητας του συνθέτη - υπήρχαν κι άλλες που σίγουρα έπαιξαν πιο σημαντικό ρόλο. Μια απ’ αυτές ήταν η αμφισβήτηση της πολιτικής του στάσης, που ανέκαθεν προβλημάτιζε κυρίως τις πολιτικές αλλά και τις άλλες δυνάμεις της αριστεράς. Η αμφισβήτηση αυτή εκφράστηκε σ’ όλους τους κοινωνικούς χώρους και ιδιαίτερα στο φοιτητικό κόσμο.
Για τη γενιά του Πολυτεχνείου ο Θεοδωράκης δεν ήταν όσο έπρεπε ριζοσπαστικός, ενώ αντίθετα για την παραδοσιακή αριστερά ήταν πολύ περισσότερο απ’ όσο έπρεπε. Επίσης δεν ήταν λίγοι εκείνοι που πίστευαν ότι εκμεταλλεύτηκε τις ιδέες του και τον αγώνα του κατά της δικτατορίας για να πλουτίσει, παίζοντας μάλιστα στο εξωτερικό το ρόλο του ήρωα-μάρτυρα.
Προς το τέλος της δεκαετίας του ’70, ο Θεοδωράκης είχε πάψει πλέον να επηρεάζει τις μάζες με τον τρόπο που τις επηρέαζε, για δύο χρόνια τουλάχιστον, μετά την πτώση της δικτατορίας και η απήχησή του ως συνθέτη και ως πολιτικού είχε εξασθενίσει σε μεγάλο βαθμό.
Αντίθετα με την Ελλάδα, το όνομα του Μίκη Θεοδωράκη στο εξωτερικό όχι μόνο δεν είχε χάσει τίποτα από την αίγλη του, αλλά απεναντίας είχε αποκτήσει μεγαλύτερη δύναμη και κύρος. Η φθίνουσα δημοτικότητά του στην Ελλάδα εξαρτήθηκε από πολλούς παράγοντες, ωστόσο υπήρχαν και αιτίες που πρέπει να αναζητηθούν στην ίδια τη μουσική του. Δεν πρέπει να θεωρηθεί τυχαίο το γεγονός ότι, με εξαίρεση ορισμένα τραγούδια του, τα περισσότερα από τα έργα του που γράφτηκαν κατά την περίοδο της δικτατορίας και μετά, δεν είχαν την απήχηση την οποία θα περίμενε κανείς από ένα συνθέτη του δικού του αναστήματος. Ένα μεγάλο μέρος απ’ αυτά παραμένει άγνωστο ακόμα και σήμερα.
(πατάμε τη φωτό για να μεγαλώσει)



0 comments:
Post a Comment
Note: Only a member of this blog may post a comment.